Αρθρο του ιστορικού-συγγραφέα Γεωργίου Γκοβέση ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΗ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΟΘΩΜΑΝΙΚΟ ΚΟΙ...
Αρθρο του ιστορικού-συγγραφέα Γεωργίου Γκοβέση
ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΗ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΟΘΩΜΑΝΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ
Γράφει ο Γεώργιος Γκοβέσης ιστορικός-συγγραφέας*
Με την καθιέρωση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας για όλους τους Οθωμανούς υπηκόους το 1843 οι Χριστιανοί προτιμούσαν να πληρώνουν έναν ειδικό φόρο ciziye και να εξαγοράζουν τη θητεία τους οπότε δεν εφαρμόστηκε στην ουσία το μέτρο για αυτούς. Εξαίρεση αποτέλεσε ο οθωμανικός στόλος ο οποίος από την προεπαναστατική περίοδο αποτελούνταν σε μεγάλο ποσοστό από χριστιανικά και δει ελληνικά, από τα νησιά του Αιγαίου, πληρώματα. Η στρατολόγηση ελληνικών πληρωμάτων στον οθωμανικό στόλο συνεχίστηκε και μετά την ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους ωστόσο ο αριθμός τους μειώθηκε λόγω της απροθυμίας των Ελλήνων να στρατευθούν αλλά και λόγω της έλλειψης εμπιστοσύνης των Οθωμανών απέναντι τους και λόγω επίσης της απροθυμίας των οθωμανικών αρχών να διορισθούν στρατιωτικοί ιερείς στο στόλο.[1]
Στις 14 Μαΐου 1855 και λόγω των αυξημένων αναγκών για αποστολή στρατιωτών στον Κριμαϊκό Πόλεμο η Υψηλή Πύλη αποφάσισε να καταργήσει την εξαγορά της στρατιωτικής θητείας από τους μη μουσουλμάνους με την καταβολή ciziye και να καθιερωθεί η υποχρεωτική στράτευση τους. Σύμφωνα με αυτή την απόφαση οι άξιοι Χριστιανοί θα γίνονταν και αξιωματικοί, ενώ όσοι κρίνονταν ότι δεν χρειάζονταν για το στράτευμα, θα πλήρωναν έναν ετήσιο φόρο απαλλαγής από τη στρατιωτική τους θητεία το bedel-i askeri.
Στο πρώτο Οθωμανικό Σύνταγμα (Kanun-i Esasi) του 1876 αναφερόταν η αρχή της ισότητας όλων των Οθωμανών υπηκόων σε δικαιώματα και υποχρεώσεις, ωστόσο το μέτρο της εξαγοράς της στρατιωτικής θητείας από τους μη μουσουλμάνους εξακολούθησε να ισχύει μέχρι τον Αύγουστο του 1909 οπότε και με απόφαση της κυβέρνησης των Νεοτούρκων καταργήθηκε και καθιερώθηκε η υποχρεωτική στράτευση όλων των Οθωμανών υπηκόων ανεξαρτήτου θρησκεύματος, απόφαση που τέθηκε σε εφαρμογή τον αμέσως επόμενο χρόνο 1910.
Το ζήτημα της υποχρεωτικής στράτευσης των μη μουσουλμάνων απασχόλησε και το νεοσυσταθέν Οθωμανικό Κοινοβούλιο (Meclis-i Mebusan) από τις πρώτες κιόλας του συνεδριάσεις, κατ’επιθυμία του σουλτάνου Αμπντουλχαμήντ Β΄.
Εξίσου και ακόμα περισσότερο απασχόλησε το ζήτημα της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας για τους μη μουσουλμάνους και το Οικουμενικό Πατριαρχείο και γενικότερα τον Ελληνισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεδομένης της μεγάλης διάρκειας της, τουλάχιστο πέντε χρόνια, των άσχημων συνθηκών και των απομακρυσμένων περιοχών υπηρέτησης όπως Λιβυή και Υεμένη και γενικότερα του ισλαμικού αντιχριστιανικού χαρακτήρα του στρατεύματος πράγμα που καθιστούσε την στρατιωτική θητεία σε δυνάμει εξόντωση του άρρενος ελληνικού πληθυσμού.
Όπως αργότερα έγινε φανερό όταν εφαρμόστηκε το μέτρο της υποχρεωτικής στράτευσης για τους μη μουσουλμάνους από τους Νεότουρκους το 1910 εφαρμόστηκε ως μέτρο εθνοκάθαρσης ακριβώς για να εξοντωθεί ή να αναγκασθεί να εγκαταλείψει τις εστίες του ο ελληνικός πληθυσμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπως πράγματι και συνέβη.[2]
«Συνεδριάσεις τῶν καθεστηκόντων σωμάτων συνεκλήθησαν ὑπό τῶν θρησκευτικῶν ἀρχῶν, ἀλλ’ ὑπό μἐν τῶν Ἀρμενίων καί Ἰουδαίων δέν ἐλύθη εἰσέτι ὁριστικῶς τὀ ζήτημα, ἐν δἐ τοῖς ἡμετέροις πατριαρχεῖοις ἀπεφασίσθη μέν ἡ κατ’αρχήν ἀποδοχή τοῦ μέτρου ἐπί τῶν γράμματι τοῦ αὐτοκρατορικοῦ διατάγματος, ὅτι ἔργον τῆς πολιτοφυλακῆς ἔσται ἀποκλειστικῶς ἡ φύλαξις τῶν οἰκιῶν καί ἐστιῶν τοῦ μέρους τῆς διαμονῆς ἑκάστου, ἀπεφυλάχθη δέ ὅπως ὁ πατριάρχης συνεννοηθεῖ προφορικῶς περί τῶν σχετικῶν τινῶν σπουδαίων ζητημάτων, οἶον περί ἐξαιρέσεων, περί ἡμερῶν γυμνάσεως, περί σχηματισμοῦ εἰδικῶν λόχων, περί σημαίας καί λοιπῶν. Καί ἡ μἐν συννενόησις αὔτη δέν φαίνεται γενομένη εἰσέτι, ἐπεστράφη δέ παρά τῆς Πύλης ἄνευ διορθώσεων ἡ πρός τούς Χριστιανούς ἐγκύκλιος, ἐρμηνεύουσα τό αὐτοκρατορικόν διάταγμα κάθ’ὄ ἀνωτέρω ὑποδείξαμεν πνεύμα. Ἐν τούτης εὐχῆς ἔργον εἶναι πρός διευκόλυνσιν τοῦ σπουδαιοτάτου τούτου ζητήματος καί πρός ἐνθάρρυνσιν τῶν Χριστιανῶν νά ἐπέλθη ἡ περί προϋποδειχθέντων ζητημάτων συνεννόησις πρὀ τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ μέτρου.»
Η θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο ζήτημα της στράτευσης των μη μουσουλμάνων Οθωμανών υπηκόων όπως φαίνεται μέσα από το δημοσίευμα της Σαββατιαίας Επιθεωρήσεως ήταν η συγκρότηση ξεχωριστών λόχων με δικές τους ξεχωριστές σημαίες και με καθήκον την υπεράσπιση των περιοχών όπου κατοικούν. Επρόκειτο στην ουσία για πρόταση συγκρότησης στην ουσία ομάδων πολιτοφυλακής οι οποίες δεν θα είχαν τον ισλαμικό χαρακτήρα του μάχιμου οθωμανικού στρατού, θα διέθεταν στρατιωτικούς ιερείς και δε θα εμπλέκονταν σε μάχες στα πολεμικά μέτωπα, όπως αυτό της Πλεύνας στα νότια του Δούναβη δεδομένου ότι στις περιοχές αυτές οι Έλληνες Ορθόδοξοι ήταν από ελάχιστοι έως αμελητέοι σε σχέση με τους συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς της Μακεδονίας και της Θράκης. Ταυτόχρονα η μη απομάκρυνση των μη μουσουλμάνων από τις περιοχές κατοικίας τους θα εξασφάλιζε την πλημμελή έστω συνέχιση των επαγγελματικών τους ενασχολήσεων (εμπόριο και βιοτεχνία) και δεν θα οδηγούσε τις κοινότητες τους και ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία σε οικονομικό μαρασμό. Παράλληλα η συγκρότηση τοπικών πολιτοφυλακών από μη μουσουλμάνους και η αποφυγή της αποστολής τους σε απομακρυσμένα και σκληρά πολεμικά μέτωπα εξασφάλιζε την αποφυγή απωλειών των κοινοτήτων τους από έμψυχο υλικό λίαν ύψιστης σημασίας για την επιβίωση τους.
«περί στρατιωτικῶν μέτρων προκειμένου μικρόν ὀφείλομεν νά ποιησώμεθα λόγον περί τῆς εἰς τάς τάξεις τοῦ ἐπιχωρίου στρατοῦ κατατάξεως τῶν μή μουσουλμάνων τοσούτω μᾶλλον, ὄσω τό ζήτημα τοῦτο ἀνεφύη ἐντός τῆς ἐβδομάδος ζωηρότερον παρά ποτέ. Ἀφορμήν εἰς τοῦτο παρέσχεν ἡ ἐπ’ ἐκκλησίαις ἀνάγνωσις κυριακήν πατριαρχικῆς ἐγκυκλίου ἐρμηνευούσης μέν τό πνεῦμα αὐτοκρατορικοῦ διατάγματος, κάθ’ὄ καθῆκον τοῦ ἐπιχωρίου στρατοῦ ἐστίν ἡ φύλαξις τῆς οἰκίας καί τῆς ἐστίας καί οὐχί ἡ εἰς τά πεδία τῶν μαχῶν μετάβασις, ἀλλά μηδέν ἐπεξηγούσης καί διασαφηνιζούσης ὡς πρός τόν τρόπον τῆς ἐκτελέσεως τοῦ μέτρου ἤν παραδέχονται ἀλλά κατά τῆς ἀνωτάτης πνευματικῆς αὐτῶν ἀρχῆς, ἤτις δέν ἐφρόντισε νά ἐξασφαλίση αὐτοῖς τήν πλήρη πρός τούς μουσουλμάνους ἰσότητα ἐν τῶ καθηκόντι τούτω, οὐδένα ἐπιδείξη τήν δέουσαν μέριμναν περί τῆς μή ἐκπτοήσεως τῶν θρησκευτικῶν αὐτῶν πεποιθήσεων. Ἀλλ’ἐλπίζομεν ὅτι ἡ κυβέρνησις, ἤτις συνέστησεν είδικήν ἐπιτροπήν πρός σύνταξιν κανονισμοῦ περί τοῦ τρόπου τῆς ἐκτελέσεως τοῦ μέτρου θέλει λάβει ὑπ’ ὅψιν τάς ἐκδηλωθείσας νομίμους εὐχᾶς τῶν Χριστιανῶν.Τοῦτο τουλάχιστον θέλει ἐνισχύσει καί τόν ἤδη μή ἀποφανθέν πατριάρχην τῶν Ἀρμενίων, ὡς καί τό ἔθνος αὐτοῦ, ὅπως ἀποβάλη τάς ἀμφιβολίας, ὦν ἔνεκα δέν ἐξήνεγκεν ὁριστικήν ἀπόφασιν περί τοῦ τρόπου τῆς ἐκτελέσεως τοῦ μέτρου, ὡς ρητῶς λέγεται ἐν διατάγματι τοῦ Γραφείου τοῦ Τύπου, δί’ οὖ ἀπαύθη τήν ἐβδομάδα ταύτην ἡ ἀρμενική ἐφημερίς Νορτάρ»
Η ανάγνωση της πατριαρχικής εγκυκλίου για το σουλτανικό διάταγμα περί υποχρεωτικής στράτευσης των μη μουσουλμάνων, στις Εκκλησίες μετά τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής θορύβησε τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης οι οποίοι δεν επιθυμούσαν να αλλάξει το καθεστώς της εξαγοράς της στρατιωτικής θητείας και εμμέσως κατηγορούσαν το Πατριαρχείο για εσφαλμένους χειρισμούς στο θέμα αυτό. [3]
Στο άρθρο αυτό της «Σαββατιαίας Επιθεωρήσεως» στέλνεται στην οθωμανική διοίκηση μήνυμα για τη νομιμοφροσύνη των Ελληνοορθοδόξων Οθωμανών υπηκόων αφού και ο Οικουμενικός Πατριάρχης και αρχηγός τους και το εκκλησίασμα «συμφωνούν με την αρχή του μέτρου» όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά κάνοντας σύγκριση με τη στάση του αρμενικού Πατριαρχείου και αρμενικού τύπου της Κωνσταντινούπολης που οδήγησαν στο κλείσιμο από τις οθωμανικές αρχές μιας αρμένικης εφημερίδας. Επίσης με την έκφραση των «νόμιμων ευχών» για τη διευθέτηση του ζητήματος της εφαρμογής του μέτρου εκ μέρους της επιτροπής που όρισε η οθωμανική κυβέρνηση, η Σαββατιαία Επιθεώρησις παρακάμπτει το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως μοναδικό εκφραστή και εκπροσώπου των Οθωμανών Ελλήνων, αφού το έχει κατηγορήσει στο δημοσίευμα αυτό για λανθασμένους χειρισμούς στο θέμα αυτό και απευθύνεται στις οθωμανικές αρχές ως εκφραστής της κοινής γνώμης των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης.
*Ο Γεώργιος Γκοβέσης γεννήθηκε στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1968, κατάγεται από την Ορεινή Κορινθία και είναι μόνιμος κάτοικος Ξάνθης. Το 1990 αποφοίτησε από το τμήμα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Αθηνών, το 1993 έλαβε μεταπτυχιακό Master of Arts Πολιτικών Επιστημών από το Πανεπιστήμιο Κωνσταντινουπόλεως ως υπότροφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και το 2002 αναγορεύθηκε διδάκτορας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Βιβλία, επιστημονικές εργασίες και άρθρα του έχουν δημοσιευτεί στην Ελλάδα και στην Τουρκία.
Στην Ελλάδα τα βιβλία του κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Σπανίδης Ξάνθη.
Γεώργιος Γκοβέσης ιστορικός-συγγραφέας
[1] GÜLSOY UFUK, Osmanlı Gayrmüslimlerinin Askerlik Serüveni, , Κωνσταντινούπολη 2000.σελ 173
[2] AYIN FARUK, Osmanlı Devletinde Tanzimat’tan Sonra Askeralma Kanunları (1839-1914), Άγκυρα 1994,σελ 48.
[3]. GÜLSOY UFUK, Osmanlı Gayrımüslimlerinin Askerlik Serüveni, όπ.παρ,σελ 115.
[4]. Γεώργιος, Πολιτική μεταρρύθμιση και τύπος στα Βαλκάνια. Η περίπτωση της «Σαββατιαίας Επιθεωρήσεως» στην Οθωμανική αυτοκρατορία κατά την πρώτη συνταγματική μεταρρύθμιση το 1878, Κομοτηνή 2003, σελ 244
Δεν υπάρχουν σχόλια