Του Δημήτρη Κατσαγάνη Υποχωρήσεις μόνο από την πλευρά της κυβέρνησης είχε η χθεσινή προκαταρκτική συμφωνία με τους θεσμούς για το κλεί...
Του Δημήτρη Κατσαγάνη
Υποχωρήσεις μόνο από την πλευρά της κυβέρνησης είχε η χθεσινή προκαταρκτική συμφωνία με τους θεσμούς για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης τόσο στο μέτωπο του Ασφαλιστικού, όσο και στο μέτωπο του Εργασιακού.
Και αυτό γιατί οι μειώσεις στις συντάξεις θα πραγματοποιηθούν εφάπαξ το 2019 και όχι σε βάθος τουλάχιστον διετίας, δηλαδή το 2019 -2020, όπως εσχάτως πρότεινε η κυβέρνηση. Εξάλλου είναι πολύ πιθανόν οι μειώσεις αυτές -αν αφορούν όχι μόνο την κατάργηση της "προσωπικής διαφοράς" στις κύριες συντάξεις αλλά ξανά και τις επικουρικές συντάξεις- να οδηγήσουν στο μερικό "ξήλωμα" του νόμου Κατρούγκαλου που θέσπισε η κυβέρνηση πριν περίπου έναν χρόνο (Μάιος 2016).
Το ενδεχόμενο να υπάρξει πλαφόν 20%-25% στις μειώσεις συντάξεων (όπως προβλέπουν ορισμένα ανεπιβεβαίωτα ακόμα σενάρια) δεν αλλάζει την ουσία του γεγονότος ότι η κυβέρνηση αποδέχθηκε τη βασική θέση του ΔΝΤ, σύμφωνα με την οποία οι περικοπές έως 1,9 δισ. ευρώ στις συντάξεις έπρεπε να γίνουν "μία και έξω" το 2019 και όχι σταδιακά.
Παράλληλα, η επαναφορά των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων δεν θα γίνει άμεσα, όπως επιδίωκε η κυβέρνηση, αλλά μετά το τέλος του προγράμματος, δηλαδή μετά τον Σεπτέμβριο του 2018, όπως ήδη προβλεπόταν από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο το οποίο είχε περάσει με μνημονιακούς νόμους των προ-ΣΥΡΙΖΑ κυβερνήσεων. Έτσι το μόνο που "κατάφερε" η σημερινή κυβέρνηση ήταν να "επαναβεβαιώσει" την ισχύ ήδη ψηφισμένων νόμων και όχι να τους ανατρέψει, όπως αρχικά επιζητούσε.
Πιο συγκεκριμένα:
- Στο μέτωπο του Ασφαλιστικού, η συμφωνία προβλέπει τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης έως 1% του ΑΕΠ ή 1,9 δισ. ευρώ από 1/1/2019.
Δεν είναι, όμως, ακόμα σαφές αν η μείωση αυτή θα προέλθει από τις κύριες συντάξεις, μέσω της πλήρους κατάργησης της "προσωπικής διαφοράς", ή ταυτόχρονα από τις κύριες (μέσω της μερικής κατάργησης της "προσωπικής διαφοράς") και τις επικουρικές συντάξεις.
Υπενθυμίζεται πως αρχικά η κυβέρνηση υποστήριξε τη διατήρηση της "προσωπικής διαφοράς" και τον σταδιακό συμψηφισμό της με τις ονομαστικές αυξήσεις αρχής γενομένης από 1/1/2019, όπως προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου. Έπειτα, δέχθηκε την κατάργηση της "προσωπικής διαφοράς", αλλά σταδιακά, σε βάθος 5ετίας ή ακόμα και 7ετίας. Παραπέρα, πρότεινε την κατάργησή της το 2019-2020 (κατά τα frac34; το 2019 και κατά frac14; το 2020), για να φτάσει τελικά να αποδεχθεί ότι το σύνολο της απαιτούμενης εξοικονόμησης πρέπει να έλθει αποκλειστικά το 2019.
Ειδικά στην περίπτωση που γίνει αποδεχτό από τους θεσμούς το "κούρεμα" και των επικουρικών συντάξεων και όχι μόνο των κύριων, οδηγούμαστε στο "ξήλωμα" του νόμου Κατρούγκαλου. Υπενθυμίζεται πως με βάση το νόμο Κατρούγκαλου, δεν κόβονται οι επικουρικές συντάξεις οι οποίες αθροιζόμενες με τις κύριες δεν ξεπερνούν τα 1.300 ευρώ/μήνα. Αν μπουν και οι επικουρικές στο "κάδρο" των μειώσεων από 1/1/2019, τότε είναι βέβαιο πως θα "σπάσει" το πλαφόν προστασίας των 1.300 ευρώ.
- Στο μέτωπο του Εργασιακού, η συμφωνία προβλέπει επαναφορά των κλαδικών συλλογικών διαπραγματεύσεων μετά το τέλος του προγράμματος, μη θέσπιση της ανταπεργίας (lock out), μη αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων και αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο.
Το πρώτο που πρέπει να σημειωθεί είναι πως παραμένει αδιευκρίνιστο αν θα καταργηθεί η προέγκριση του υπουργείου Εργασίας στις ομαδικές απολύσεις, αλλά και το τι θα γίνει με τις εθνικές συλλογικές διαπραγματεύσεις. Επ’ αυτών των δύο ζητημάτων δεν έκανε καμία αναφορά ο ΥΠΟΙΚ, κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος, κατά τις χθεσινές δηλώσεις μετά το Eurogroup της Μάλτας.
Το δεύτερο που πρέπει να γίνει σαφές είναι πως η επαναφορά της επεκτασιμότητας των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, μετά το πέρας του προγράμματος προσαρμογής, δεν είναι κάποια "επιτυχία" της διαπραγματευτικής γραμμής της κυβέρνησης. Όπως σημείωσε με χθεσινή ανακοίνωσή της η ΓΣΕΕ, η ρήτρα αυτή προβλεπόταν και στους μνημονιακούς νόμους τους οποίους είχαν περάσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις κατά την περίοδο 2010-2013. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, "θα αναβιώσει όταν λήξει το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης της χώρας το 2018", η κυβέρνηση δεν κομίζει νέα συμφωνία.
"Άνθρακες ο θησαυρός" σημειώνεται από τη ΓΣΕΕ, αφού ήδη με το άρθρο 37 Ν. 4024/2011 είχε ήδη νομοθετηθεί επερχόμενος διάλογος μετά τη λήξη του προγράμματος (Παρ. 6. Η εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 1876/1990 αναστέλλεται όσο διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής).
Υπενθυμίζεται πως η παραπάνω διάταξη προβλέπει χαρακτηριστικά πως "όσο διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση Συρροής με κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας και πάντως δεν επιτρέπεται να περιέχει όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας εθνικών συλλογικών συμβάσεων".
Εξάλλου, έχει ανασταλεί μέχρι τη λήξη του προγράμματος προσαρμογής και η επεκτασιμότητα των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Με άλλα λόγια, τόσο η επεκτασιμότητα όσο η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης (δηλαδή της υπερίσχυσης των κλαδικών συμβάσεων έναντι των επιχειρησιακών) θα επανέλθουν -ακόμα και με βάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο- μετά το πέρας του Μνημονίου και έτσι δεν αποτελεί κάποια "επιτυχία" της κυβέρνησης στην τρέχουσα φάση της διαπραγμάτευσης για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης, η προκαταρκτική της επαναφοράς των συλλογικών συμβάσεων και μάλιστα "σε κάτι που προσεγγίζει την κανονικότητα" (όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο κ. Τσακαλώτος) και όχι στην ίδια την "κανονικότητα" που ίσχυε προ του 2010.
Υποχωρήσεις μόνο από την πλευρά της κυβέρνησης είχε η χθεσινή προκαταρκτική συμφωνία με τους θεσμούς για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης τόσο στο μέτωπο του Ασφαλιστικού, όσο και στο μέτωπο του Εργασιακού.
Και αυτό γιατί οι μειώσεις στις συντάξεις θα πραγματοποιηθούν εφάπαξ το 2019 και όχι σε βάθος τουλάχιστον διετίας, δηλαδή το 2019 -2020, όπως εσχάτως πρότεινε η κυβέρνηση. Εξάλλου είναι πολύ πιθανόν οι μειώσεις αυτές -αν αφορούν όχι μόνο την κατάργηση της "προσωπικής διαφοράς" στις κύριες συντάξεις αλλά ξανά και τις επικουρικές συντάξεις- να οδηγήσουν στο μερικό "ξήλωμα" του νόμου Κατρούγκαλου που θέσπισε η κυβέρνηση πριν περίπου έναν χρόνο (Μάιος 2016).
Το ενδεχόμενο να υπάρξει πλαφόν 20%-25% στις μειώσεις συντάξεων (όπως προβλέπουν ορισμένα ανεπιβεβαίωτα ακόμα σενάρια) δεν αλλάζει την ουσία του γεγονότος ότι η κυβέρνηση αποδέχθηκε τη βασική θέση του ΔΝΤ, σύμφωνα με την οποία οι περικοπές έως 1,9 δισ. ευρώ στις συντάξεις έπρεπε να γίνουν "μία και έξω" το 2019 και όχι σταδιακά.
Παράλληλα, η επαναφορά των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων δεν θα γίνει άμεσα, όπως επιδίωκε η κυβέρνηση, αλλά μετά το τέλος του προγράμματος, δηλαδή μετά τον Σεπτέμβριο του 2018, όπως ήδη προβλεπόταν από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο το οποίο είχε περάσει με μνημονιακούς νόμους των προ-ΣΥΡΙΖΑ κυβερνήσεων. Έτσι το μόνο που "κατάφερε" η σημερινή κυβέρνηση ήταν να "επαναβεβαιώσει" την ισχύ ήδη ψηφισμένων νόμων και όχι να τους ανατρέψει, όπως αρχικά επιζητούσε.
Πιο συγκεκριμένα:
- Στο μέτωπο του Ασφαλιστικού, η συμφωνία προβλέπει τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης έως 1% του ΑΕΠ ή 1,9 δισ. ευρώ από 1/1/2019.
Δεν είναι, όμως, ακόμα σαφές αν η μείωση αυτή θα προέλθει από τις κύριες συντάξεις, μέσω της πλήρους κατάργησης της "προσωπικής διαφοράς", ή ταυτόχρονα από τις κύριες (μέσω της μερικής κατάργησης της "προσωπικής διαφοράς") και τις επικουρικές συντάξεις.
Υπενθυμίζεται πως αρχικά η κυβέρνηση υποστήριξε τη διατήρηση της "προσωπικής διαφοράς" και τον σταδιακό συμψηφισμό της με τις ονομαστικές αυξήσεις αρχής γενομένης από 1/1/2019, όπως προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου. Έπειτα, δέχθηκε την κατάργηση της "προσωπικής διαφοράς", αλλά σταδιακά, σε βάθος 5ετίας ή ακόμα και 7ετίας. Παραπέρα, πρότεινε την κατάργησή της το 2019-2020 (κατά τα frac34; το 2019 και κατά frac14; το 2020), για να φτάσει τελικά να αποδεχθεί ότι το σύνολο της απαιτούμενης εξοικονόμησης πρέπει να έλθει αποκλειστικά το 2019.
Ειδικά στην περίπτωση που γίνει αποδεχτό από τους θεσμούς το "κούρεμα" και των επικουρικών συντάξεων και όχι μόνο των κύριων, οδηγούμαστε στο "ξήλωμα" του νόμου Κατρούγκαλου. Υπενθυμίζεται πως με βάση το νόμο Κατρούγκαλου, δεν κόβονται οι επικουρικές συντάξεις οι οποίες αθροιζόμενες με τις κύριες δεν ξεπερνούν τα 1.300 ευρώ/μήνα. Αν μπουν και οι επικουρικές στο "κάδρο" των μειώσεων από 1/1/2019, τότε είναι βέβαιο πως θα "σπάσει" το πλαφόν προστασίας των 1.300 ευρώ.
- Στο μέτωπο του Εργασιακού, η συμφωνία προβλέπει επαναφορά των κλαδικών συλλογικών διαπραγματεύσεων μετά το τέλος του προγράμματος, μη θέσπιση της ανταπεργίας (lock out), μη αύξηση του ορίου των ομαδικών απολύσεων και αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο.
Το πρώτο που πρέπει να σημειωθεί είναι πως παραμένει αδιευκρίνιστο αν θα καταργηθεί η προέγκριση του υπουργείου Εργασίας στις ομαδικές απολύσεις, αλλά και το τι θα γίνει με τις εθνικές συλλογικές διαπραγματεύσεις. Επ’ αυτών των δύο ζητημάτων δεν έκανε καμία αναφορά ο ΥΠΟΙΚ, κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος, κατά τις χθεσινές δηλώσεις μετά το Eurogroup της Μάλτας.
Το δεύτερο που πρέπει να γίνει σαφές είναι πως η επαναφορά της επεκτασιμότητας των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, μετά το πέρας του προγράμματος προσαρμογής, δεν είναι κάποια "επιτυχία" της διαπραγματευτικής γραμμής της κυβέρνησης. Όπως σημείωσε με χθεσινή ανακοίνωσή της η ΓΣΕΕ, η ρήτρα αυτή προβλεπόταν και στους μνημονιακούς νόμους τους οποίους είχαν περάσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις κατά την περίοδο 2010-2013. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, "θα αναβιώσει όταν λήξει το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης της χώρας το 2018", η κυβέρνηση δεν κομίζει νέα συμφωνία.
"Άνθρακες ο θησαυρός" σημειώνεται από τη ΓΣΕΕ, αφού ήδη με το άρθρο 37 Ν. 4024/2011 είχε ήδη νομοθετηθεί επερχόμενος διάλογος μετά τη λήξη του προγράμματος (Παρ. 6. Η εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 1876/1990 αναστέλλεται όσο διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής).
Υπενθυμίζεται πως η παραπάνω διάταξη προβλέπει χαρακτηριστικά πως "όσο διαρκεί η εφαρμογή του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση Συρροής με κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας και πάντως δεν επιτρέπεται να περιέχει όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας εθνικών συλλογικών συμβάσεων".
Εξάλλου, έχει ανασταλεί μέχρι τη λήξη του προγράμματος προσαρμογής και η επεκτασιμότητα των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Με άλλα λόγια, τόσο η επεκτασιμότητα όσο η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης (δηλαδή της υπερίσχυσης των κλαδικών συμβάσεων έναντι των επιχειρησιακών) θα επανέλθουν -ακόμα και με βάση το ισχύον θεσμικό πλαίσιο- μετά το πέρας του Μνημονίου και έτσι δεν αποτελεί κάποια "επιτυχία" της κυβέρνησης στην τρέχουσα φάση της διαπραγμάτευσης για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης, η προκαταρκτική της επαναφοράς των συλλογικών συμβάσεων και μάλιστα "σε κάτι που προσεγγίζει την κανονικότητα" (όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο κ. Τσακαλώτος) και όχι στην ίδια την "κανονικότητα" που ίσχυε προ του 2010.
www.capital.gr
