GRID_STYLE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

ΠΗΓΗ Α.Ε

ΤΙΤΛΟΙ ΕΙΔΗΣΕΩΝ:

latest

ISTIKBAL



Χιούμορ και δημιουργικότητα στην περίοδο της Κατοχής

Τα κατοχικά χρονογραφήματα του Κώστα Βάρναλη Όλες οι συνθήκες στην ατομική και κοινωνική ζωή δεν είναι όμοιες. Άλλοτε υπάρχουν δυσμενείς κα...

Τα κατοχικά χρονογραφήματα του Κώστα Βάρναλη

Όλες οι συνθήκες στην ατομική και κοινωνική ζωή δεν είναι όμοιες. Άλλοτε υπάρχουν δυσμενείς και άλλοτε ευνοϊκές καταστάσεις. Τούτο συνεπάγεται ότι για να πετύχεις οφείλεις να προσαρμόσεις τη ζωή και τη δράση σου στις υπάρχουσες κάθε φορά περιστάσεις. ‘Ομολογουμένως τη φύσει ζην’, έλεγαν οι Στωικοί, naturae convenienter vivere, μετέφραζε ο Κικέρωνας. Σοφός είναι αυτός που ζει σύμφωνα με τη φυσική τάξη.

Δεν είναι σοφό να ζούμε σε μια πλασματική, μη υπάρχουσα πραγματικότητα. Ό,τι μεγάλο έκανε στην ιστορία ο άνθρωπος, το ανθρώπινο είδος, ως αφετηρία είχε την πραγματική πραγματικότητα, ακόμη και αυτήν που ο ίδιος αγνοούσε ή δεν είχε συνειδητοποιήσει.

Μου έκαναν τρομερή εντύπωση τα Χρονογραφήματα που ο βορειοθρακιώτης μεγάλος αγωνιστής ποιητής και συγγραφέας Κώστας Βάρναλης (1884 – 1974) δημοσίευε σε εφημερίδες κατά το διάστημα της γερμανικής κατοχής. Έχουμε υπόψη το βιβλίο «Φέιγ Βολάν της Κατοχής» με χρονογραφήματα του 1942 – 43 δημοσιευμένα στην εφημερίδα ‘Πρωία’.

Βέβαια, τότε υπήρχε λογοκρισία και δεν μπορούσε να γράψει ο αρθρογράφος ό,τι ήθελε. Όμως αυτό που θέλω να τονίσω, θα το δείξω με ελάχιστα παραδείγματα, είναι ότι ο Βάρναλης δεν γκρίνιαζε ούτε μιλούσε για τη μαύρη εικόνα της ζωής. Με χιούμορ και σάτιρα πρόβαλλε τις θετικές και δημιουργικές δυνάμεις του ελληνικού λαού, που δεν το είχε βάλει κάτω στην καθημερινή τους ζωή.

Τα ελάχιστα αποσπάσματα που ακολουθούν είναι από χρονογραφήματα του 1942.

· Σήμερα στον τόπο μας το πρωτόκολλο έχει αδρανήσει. Οι άνθρωποι ντύνονται όπως ο καθένας ημπορεί. Φορούνε αμπέχονα, φορούνε κιλότες και ποδήματα, φορούνε μπαλωμένα ρούχα. Κανείς δεν τους θεωρεί γελοίους. Και πολλοί δεν ξυρίζονται.

- Γιατί δεν ξυρίζεστε ; είπε κάποια κυρία σ’ ένα γνωστό της.
Μα η κυρία είχε … γένια.
- Για να κάνω την … κυρία, απάντησε ο ‘τύπος’.
Η απάντηση αυτή δείχνει πως οι τύποι αποχτήσανε πια την ελευθερία τους.

· «Πονούσε δόντι, έβγαζε δόντι». Αλλ’ αυτά ήσαν στάχτη στα μάτια. Κυρίως ‘εθήρευε’ τις χρυσές μασέλες.

- Οι μασέλες σου χαλάσανε. Θέλουν διόρθωμα.
Οι χωριάτες τού δίνανε τις μασέλες τους κι αυτός τις πήγαινε στη Θεσσαλονίκη και τις ‘διόρθωνε’, ήγουν τις πουλούσε …

Λοιπόν, σφίγγετε καλά τα δόντια σας, όσοι έχετε χρυσά, ζωντανοί και πεθαμένοι , μη σας τα πάρουν, χωρίς να το καταλάβετε.

· Οι παλαιότεροι θυμούνται τον αναβρασμό των νέων έξω από τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου. [Ο Κ. Βάρναλης υπονοεί τους αγώνες που έγιναν από τους φοιτητές και τους νέους για τις μεταφράσεις των κειμένων και των θεατρικών έργων στη δημοτική γλώσσα. Σκοτώνονταν για το γλωσσικό].

Πόση μάταιη σπατάλη δυνάμεων του καιρού εκείνου για μια τόσο άδικη υπόθεση! Γιατί ο δημοτικισμός, όπως ήτανε φυσικό, ενίκησε στην ποίηση και στο θέατρο και στην πρόζα, ώστε κι αυτή η μετάφραση του Σωτηριάδη με την κλητική «θεές», που αιματοκύλησε την Αθήνα, να φαίνεται σήμερα εντελώς καθυστερημένη … Ωστόσο, δεν παύει ο σοφός, που ανεπαύθη χθες, να είναι ένας από τους πιο φωτισμένους και πιο προοδευτικούς ανθρώπους του καιρού του.

Είχα στο μυαλό μου να γράψω ένα κείμενο με την ευκαιρία της επετείου του ΟΧΙ και του 1940 σε σχέση με την πραγματικότητα που βιώνουμε στην Ελλάδα τον τελευταίο καιρό. Πιστεύοντας ότι η βία δεν είναι κατάλληλος δρόμος για την αντιμετώπιση της βίας. Και η λέξη βία έχει όλες τις διαστάσεις από την πιο άυλη ως την πιο υλική. Η βαρβαρότητα έτσι ανακυκλώνεται και η όποια λύση απομακρύνεται.

Βρήκα στα χρονογραφήματα του Κώστα Βάρναλη, το έργο του οποίου είναι πολύπλευρα χρήσιμο για τον ελληνισμό, βρήκα ότι τα κείμενα αυτά του 1942-43 είναι άκρως επίκαιρα και σύστοιχα με την έννοια του χιούμορ και της δημιουργικότητας, που φρονώ ότι είναι δρόμος ωφέλιμος ατομικά και κοινωνικά.

Όλοι / όλες έχουμε και το χιούμορ και τη δημιουργικότητα, που απαιτείται για να πορευτούμε …

Ξάνθη, 28 Οκτωβρίου 2011
του ΘΑΝΑΣΗ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
Φιλόλογου – Συγγραφέα

Δεν υπάρχουν σχόλια