GRID_STYLE
TRUE

Classic Header

{fbt_classic_header}

ΠΗΓΗ Α.Ε

ΤΙΤΛΟΙ ΕΙΔΗΣΕΩΝ:

latest

ISTIKBAL


10 Μαϊου: Παγκόσμια Ημέρα Συστηματικού Ερυθηματώδη Λύκου

Η διατροφική αντιμετώπιση του Συστηματικού ερυθηματώδη λύκου.


Η διατροφική αντιμετώπιση του Συστηματικού ερυθηματώδη λύκου.

Με αφορμή την παγκόσμια ημέρα (10 Μαίου) που είναι αφιερωμένη στο Συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, παραθέτουμε όλες εκείνες τις διατροφικές πληροφορίες που είναι χρήσιμες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της νόσου.

Εικόνα: Κλινική εικόνα ασθενούς με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο. Χαρακτηριστικό ερυθρό εξάνθημα στο πρόσωπο σε σχήμα πεταλούδας.


Στόχος: Πολλαπλά όργανα (δέρμα, αίμα, αρθρώσεις, νεφρά κ.λπ.)

Ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος (ΣΕΛ) είναι χρόνιο, υποτροπιάζον, πολυσυστηματικό αυτοάνοσο νόσημα.

Η νόσος του ΣΕΛ, σύμφωνα με τα κλινικά, ανοσολογικά και αιματολογικά ευρήματα, διακρίνεται στον δισκοειδή (χρόνιο), στον συστηματικό (οξύ) και σε μια ενδιάμεση μορφή, τον υποξύ ερυθηματώδη λύκο.

Είναι δυνατόν να αποβεί θανατηφόρος, αν και με τις πρόσφατες ιατρικές εξελίξεις η θνησιμότητα έχει μειωθεί αρκετά.

Όπως και στις υπόλοιπες αυτοάνοσες παθήσεις, το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στα κύτταρα και στους ιστούς προκαλώντας φλεγμονή και ιστολογική βλάβη.

Οι ασθενείς συνήθως παραπονιούνται για έντονη καταβολή και αρθραλγίες, ενώ εμφανίζουν και εξανθήματα.

Ο ΣΕΛ μπορεί να επηρεάσει οποιοδήποτε μέρος του σώματος, αλλά πιο συχνά προκαλεί βλάβες στο δέρμα, στις αρθρώσεις, στους πνεύμονες, στην καρδιά, στις φλέβες, στο ήπαρ, στα νεφρά και στο νευρικό σύστημα. Η πορεία της πάθησης είναι απρόβλεπτη.
Αιτιολογία του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου

Η αιτία της νόσου παραμένει άγνωστη.
Γενικά θεωρείται ότι περισσότεροι από ένας παράγοντες δρουν συνδυαστικά και προκαλείται η νόσος.

Οι παράγοντες διακρίνονται σε ανοσολογικούς, ενδοκρινικούς, ιογενείς, μικροβιακούς και γενετικούς.

Τα φάρμακα, επίσης, είναι δυνατόν να προκαλέσουν το σύνδρομο.

Η νόσος πιστεύεται ότι μπορεί να είναι κληρονομική, καθώς είναι πιθανό να νοσούν από αυτήν αρκετά μέλη μιας οικογένειας, ή ακόμα και ότι προκαλείται από κάποιον ιό που προσβάλλει τα άτομα που φέρουν προδιάθεση για την εμφάνιση της νόσου.

Εκλυτικοί παράγοντες που είναι δυνατόν να προκαλέσουν έναρξη, επιδείνωση ή υποτροπή της νόσου θεωρούνται η υπέρμετρη ηλιακή ακτινοβολία, η θερμότητα, το ψύχος και τα ψυχικά τραύματα.

Επιδημιολογικά δεδομένα
Ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος προσβάλλει 1 στα 2.000 άτομα στην Αμερική, και μάλιστα 1 στις 250 νεαρές γυναίκες αφρικανικής καταγωγής (Gilkeson et al. 2011). Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα ευρήματα του Ελληνικού Ιδρύματος Ρευματολογίας, εντοπίζεται στο 0,5‰ των ενηλίκων.

Η νόσος είναι συχνότερη στις γυναίκες, με αναλογία περίπου 9:1.

Ο λύκος μπορεί να παρουσιαστεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Ωστόσο πλήττει κυρίως γυναίκες ηλικίας 20-45 ετών, ενώ η αναλογία ανάμεσα στα παιδιά και τους ηλικιωμένους είναι περίπου 3:1.


Αντιμετώπιση του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου
Για τη νόσο του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου, απλώς χορηγείται αγωγή η οποία αποσκοπεί στην πρόληψη των επιπλοκών και στην υποχώρηση των συμπτωμάτων.

Τα φάρμακα που χορηγούνται μπορεί να είναι τα ακόλουθα: μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, τα οποία χρησιμοποιούνται για να ελέγξουν τον πόνο της αρθρίτιδας, και ανοσοκατασταλτικά φάρμακα, τα οποία λαμβάνονται σχεδόν πάντα μαζί με κορτικοστεροειδή (κορτιζόνη) για τη μείωση της φλεγμονής και την καταστολή της δραστηριότητας του ανοσιακού συστήματος.

Διατροφική αντιμετώπιση
Για τη νόσο του ΣΕΛ απαιτείται μια ισορροπημένη διατροφή, η οποία θα περιλαμβάνει μια επαρκή αναλογία από υδατάνθρακες, λίπη και πρωτεΐνες.

Το ισορροπημένο διαιτολόγιο αποτελεί σημαντικό μέρος του θεραπευτικού προγράμματος.

Η ειδική διατροφή είναι απαραίτητη στην περίπτωση ύπαρξης προβλημάτων που δημιουργούνται ως συμπτώματα του λύκου, όπως βλάβη των νεφρών.

Δίαιτα χαμηλή σε αλάτι (νάτριο) θα βοηθήσει στη μείωση του οιδήματος. Όταν τα νεφρά δεν λειτουργούν φυσιολογικά, ίσως είναι αναγκαίο να περιοριστεί η ποσότητα των πρωτεϊνών στη διατροφή.

Στην περίπτωση που παρουσιάζεται μειωμένη όρεξη, η οποία μπορεί να συνεπάγεται περιορισμένη κατανάλωση τροφής, με συνέπεια τον κίνδυνο ανεπάρκειας θρεπτικών συστατικών, είναι απαραίτητη η καθημερινή λήψη ενός πολυβιταμινούχου συμπληρώματος.

Η φυσική άσκηση βοηθά ώστε ο ασθενής να αντιμετωπίσει το αίσθημα εξασθένησης και την απώλεια μυϊκής μάζας, που συνήθως επέρχονται μετά τις εξάρσεις της νόσου.

Ορισμένες έρευνες τονίζουν ότι η δίαιτα που είναι πλούσια σε λάδι ψαριού (ιχθυέλαιο) μπορεί να επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα στην πορεία του λύκου, εμποδίζοντας τη φλεγμονή να αναπτυχθεί.

Οι κλινικές μελέτες της δίαιτας με άφθονο ιχθυέλαιο σε άτομα με λύκο βρίσκονται στα πρώτα στάδια.

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος και έλλειψη βιταμίνης D
Η ανεπάρκεια σε βιταμίνη D τονίζεται από διάφορες βιβλιογραφικές αναφορές ως ένας σημαντικός προδιαθεσικός παράγοντας για την εμφάνιση συστηματικού ερυθηματώδους λύκου (Kamen et al. 2006, Heine et al. 2010).

Ο Bonakdar και οι συνεργάτες του έδειξαν ότι οι περισσότεροι ασθενείς με συστηματικό ερυθηματώδη λύκο παρουσίαζαν έλλειψη βιταμίνης D τη στιγμή της διάγνωσής τους και ότι αυτή η έλλειψη σχετίζεται με την επιδείνωση της νόσου.

Για τον λόγο αυτόν η εξέταση των επιπέδων της βιταμίνης D [25(OH)D] στο αίμα θα πρέπει να αποτελεί μια εργαστηριακή εξέταση ρουτίνας, ώστε να εφαρμόζεται η κατάλληλη θεραπεία. Οι συγγραφείς τονίζουν ότι, εκτός από τα ειδικά φάρμακα για την αντιμετώπιση της νόσου, οι ασθενείς θα πρέπει να λαμβάνουν συμπληρωματικά και βιταμίνη D3 (Bonakdar el al. 2011).

Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν και άλλες δύο μελέτες, οι οποίες επίσης διαπιστώνουν υψηλό επιπολασμό ανεπάρκειας βιταμίνης D μεταξύ των ασθενών με ερυθηματώδη λύκο (Tracey et al. 2009, Yasser et al. 2011).

Οι αιτίες ανεπάρκειας βιταμίνης D στους ασθενείς, σύμφωνα με τις επικρατέστερες απόψεις, είναι η μειωμένη σύνθεσή της στο δέρμα, η μειωμένη απορρόφησή της εξαιτίας υπέρμετρης χρήσης αντηλιακών, που αυξάνει τη φωτοευαισθησία, η γήρανση και η χειμερινή περίοδος του έτους.

Άλλες αιτίες που σχετίζονται με την ανεπάρκεια βιταμίνης D είναι η νεφρική ανεπάρκεια και η χρήση στεροειδών, τα οποία τροποποιούν τον μεταβολισμό της βιταμίνης D.

Οι παραπάνω μελέτες σημειώνουν ότι η έλλειψη βιταμίνης D μπορεί να αποτελεί υψηλό παράγοντα κινδύνου (και) στον συστηματικό ερυθηματώδη λύκο και ότι πρέπει να αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της θεραπευτικής παρέμβασης.

Η μελέτη των Yasser και συν. (2011) έδειξε ότι γυναίκες με ερυθηματώδη λύκο έχουν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D, τα οποία όπως φάνηκε να συσχετίζονται με αυξημένη δραστηριότητα της νόσου και ταυτόχρονα παρουσιάζουν αυξημένες πιθανότητες για καρδιαγγειακά νοσήματα.

Στα παιδιά, η έλλειψη βιταμίνης D συσχετίζεται με μεγαλύτερο δείκτη μάζας σώματος και έντονη δραστηριότητα της νόσου (Tracey et al. 2009).

Συνοψίζοντας
Συμπερασματικά, η παγκόσμια ημέρα που είναι αφιερωμένη στο Συστηματικό ερυθηματώδη λύκο (10 Μαίου), μας υπενθυμίζει ότι η στοχευμένη διατροφική αντιμετώπιση της αυτοάνοσης αυτής διαταραχής είναι απολύτως επιβεβλημένη για την περιεκτική φροντίδα της νόσου. Πολύτιμες διατροφικές πληροφορίες είναι απολύτως χρήσιμες και εξασφαλίζουν στους ασθενείς μία καλύτερη ποιότητα ζωής.

Δρ. Δημήτρης Γρηγοράκης – ΔιαιτολόγοςΔημήτρης Γρηγοράκης
Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος,PhD
Επιστημονικός Διευθυντής ΛΟΓΩ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ – Πρόεδρος Ελληνικής Διατροφολογικής Εταιρείας
Κολωνάκι: Σκουφά 32, Τηλ: 2103647517
Άνω Πατήσια: Πρόμπονα 27 & Επινίκου, Τηλ: 2102520977
Email: grigorakis@logodiatrofis.gr